:: ::

 
 
 

 

                                Η αιχμαλωσία της Βασίλισσας

 

Είμαι ο Μάγνος Λούκιος Μάξιμος, ναυτικός διοικητής Βορείου Αιγαίου στην υπηρεσία του Αυτοκράτορα Μάρκου Αυγούστου Αυρήλιου του Ευγενικού. Αυτή είναι η μαρτυρία ενός προσωπικού γεγονότος που έμελλε να γίνει προάγγελος της παγκόσμιας εθνοκτονίας από την χριστιανική πλημμυρίδα και το αιματηρό τέλος του Ελληνορωμαϊκού κόσμου.

Τους μήνες του θέρους του δεύτερου έτους της βασιλείας του Αυγούστου θα συνόδευα με έξι πολεμικές νήες δύο εμπορικές μεταγωγούς για την προστασία τους από πειρατικούς δρόμωνες που λυμαίνονταν την περιοχή. Αποπλεύσαμε τέλη Ιουλίου από την Ρώμη με προορισμό την Βιθυνία. Είχαμε συμπληρώσει τρεις εβδομάδες χωρίς να πιάσουμε στεριά όταν περάσαμε τα στενά του Ελλησπόντου πριν ο ήλιος ανατείλει. Το μεσημέρι δέσαμε στο πολύβουο λιμάνι της Βιθυνίας. Θα μέναμε εκεί μια εβδομάδα για να ξεφορτώσουμε τα αμπάρια γεμάτα από Ρωμαϊκή δόξα και να φορτώσουμε τις αποθήκες τους με έλαια και αρώματα της Ανατολής για τις γυναίκες της Ρώμης.

Άφησα την διοίκηση στον έμπιστο Πεμπρέτιο Σεκούνδο και έβγαλα τον Νέρβα, τον πολεμικό μου ίππο από το αμπάρι με προορισμό το Δαρκύλιο, την πρωτεύουσα. Ήθελα να εντρυφήσω στις απολαύσεις του τόπου χωρίς να έχω μάρτυρες τους στρατιώτες μου. Αποτελούσε αρχή μου να μην διασκεδάζω με το πλήρωμα για να μην καταλήξω δεμένος στο αμπάρι ή στον βυθό της θάλάσσας στην διάρκεια κάποιας ανταρσίας. Ο παιδαγωγός μου έλεγε ότι ο σεβασμός δεν κερδίζεται στην μέθη όπως οι φιλίες.

Η μέρα ήταν πολύ ζεστή και ο ήλιος αργούσε να δύσει. Πέρασα κατάστηθα ένα δερμάτινο στρατιωτικό χιτώνα και έδεσα το γκλάντιο στην μέση μου. Δεν είχα να φοβηθώ πολλά, η Βιθυνία άλλωστε ήταν Ρωμαϊκή επαρχία και ο τοπικός διοικητής δεν είχε ιστορικό εξεγέρσεων. Οι Έλληνες κάτοικοι ήταν πάντα μια ενδιαφέρουσα και ευχάριστη παρέα για κάθε Ρωμαίο μετά την κατάκτηση. Πολεμήσανε σκληρά στην αρχή, ίσως από συνήθεια, αλλά έκτοτε δεν είχαμε σοβαρά προβλήματα. Θα έλεγε κανείς ότι θέλανε να ηττηθούν κουρασμένοι από την μακραίωνη ηγεσία τους στον κόσμο. Ίσως θέλανε να απαλλαχτούν κουρασμένοι από την διοίκηση και τους εμφύλιους πολέμους. Η Ρωμαϊκή ειρήνη ήταν το καλύτερο δώρο που προσφέραμε στα ξαδέρφια μας. Όσο για τους βαρβάρους που κατοικούσαν εδώ από την Περσική κατάκτηση ήταν όσο μικρόνοοι έπρεπε για να αναγνωρίζουν την Ρωμαϊκή ισχύ. Ήταν υπομονετικοί αλλά και δολεροί, δεν θα μπορούσα να κλείσω τα βλέφαρά μου δίπλα τους.

Ίππευσα δύο ώρες πριν βρεθώ στο Δασύκλειο. Κοιτώντας τις εύφορες πεδιάδες δεξιά μου θυμήθηκα τον δάσκαλό μου που μου έμαθε την ιστορία του τόπου. Εδώ έγινε ο πρώτος πυγμαχικός αγώνας μεταξύ του Αμύκα, υιού του Ποσειδώνος, και του Πολυδεύκη δίπλα σε μια κρήνη που οι ντόπιοι ακόμα την δείχνανε. Αλλά και ο Ηρακλής πολέμησε μαζί με τον Λύκο εναντίον του αδερφού του. Ο Νέρβας κάλπαζε χαρούμενος, ανακουφισμένος από την ακινησία του αμπαριού για είκοσι μέρες. Τον έζεψα στην πρώτη ποτίστρα που βρήκα καθώς μπήκα στην πόλη. Δεν φοβότανε το πλήθος μαθημένο από την ζωή στο στρατόπεδο που μεγάλωσε. Εγώ θα έτρωγα στην αγορά και θα έβρισκα μετά ένα καλό καπηλειό πριν ψάξω για γυναικεία συντροφιά.

Ο ήλιος έδυε όταν με μία κοτύλη γλυκό κρασί ατένιζα το μακρινό Ίλιο πάνω από το πλήθος. Τότε απέσπασε την προσοχή μου μια ομήγυρη αφοσιωμένη σε κάτι που δεν μπορούσα να διακρίνω. Ήμουν αρκετά περίεργος για να δω από κοντά και αφού δεν περνούσε η φρουρά  θα χειριζόμουνα εγώ το ζήτημα. Παρατήρησα ότι δεν συνέβαινε τίποτε μεμπτό πέρα από μια παρέα βαρβάρων και Ελλήνων που έπαιζαν πεσσούς ή κάποιο παίγνιο άγνωστο σε εμένα. Η στολή μου τους έκανε να παραμερίσουν και διέκρινα  από τις φορεσιές τους έναν Πέρση και έναν Σημίτη να κάθονται αντικριστά. Ο Πέρσης στρουμπουλός και ροδαλός έδειχνε απορροφημένος. Μου έρριξε μια φευγαλέα ματιά προτού στυλώσει ξανά το βλέμμα του στα δικά του κομμάτια. Ο Σημίτης ισχνός και μελαψός πρέπει να ήταν καλός γνώστης του παιγνίου αφού καθώς έπαιζε συνομιλούσε με τους γύρω του. Γύρισε και με κοίταξε με την σουβλερή του μύτη και τα μεγάλα μάτια.

-Α να και ένας Ρωμαίος. Καλώς τον. Για σας μιλούσαμε άλλωστε, είπε με θράσος.

-Για μας; και τί λέγατε για μας; του απάντησα αυστηρά.

-Μα για την στρατιωτική σας αρετή, απάντησε ο Σημίτης χαμογελώντας.

-Αυτή είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο, του είπα με έπαρση. Ο Αυτοκράτοράς μας σε λίγο θα υποτάξει τα Βόρεια φύλα. Είναι μόνο θέμα χρόνου.

-Δόξα στον Αυτοκράτορα λοιπόν, είπε ο Σημίτης και όλοι επανέλαβαν ανόρεχτα.

-Τί είναι αυτό που παίζετε; ρώτησα καθώς ρούφηξα μια γουλιά από το κρασί μου.

-Αυτό είναι το Περσικό Σαχράτς, το βασιλικό παιχνίδι, είπε ο Πέρσης και κούνησε ένα κομμάτι.

Έμεινα γοητευμένος να κοιτάζω τα φιλντισένια κομμάτια πάνω σε ένα ξύλινο πίνακα από οξιά. Είχα διαβάσει για το ζατρίκιο από τον Θεόκριτο αλλά δεν το είχα δει από κοντά. Έγινε γνωστό στην ανατολή από τους Πέρσες την εποχή του Χοσρόη εξ Ινδιών.

-Γνωρίζεις να παίζεις Ρωμαίε; είπε ο Σημίτης.

-Όχι, είπα ενοχλημένος για την άγνοια μου μπροστά σε βαρβάρους. Ίσως γι’ αυτό συστήθηκα με τον τίτλο μου αμέσως. Είμαι ο στόλαρχος Μάγνος Μάξιμος, και γύρισα να διακρίνω τον σεβασμό που ανέμενα. Και εσύ είσαι Ιουδαίος θαρρώ.

-Με λένε Ελισαίο από την Πισιδία και είμαι ένας νομοταγής χριστιανός.

Είναι αυτή η ιουδαϊκή αίρεση, σκέφτηκα, που ανάγκασε τον πράο φιλόσοφο Αυτοκράτορά μας να καταδιώξει εξ αιτίας των αλλεπαλλήλων εξεγέρσεών τους.

-Και πώς ένας χριστιανός παίζει τόσο καλά ένα στρατιωτικό παιχνίδι; ρώτησα καυστικά.

-Είναι παλιό έθιμο στην Ανατολή και δεν αντίκειται στην πίστη μου, είπε ο Ελισαίος. Άλλωστε το σαντράζ είναι πολιτικό παιχνίδι, είναι όλη η ζωή είπε και κούνησε ένα κομμάτι μπροστά.

-Πώς αυτό; ανταπάντησα. Πώς χωράει μια απρόβλεπτη ζωή σε ένα τετράγωνο πινάκιο με κανόνες;

Ένιωθα μαγεμένος από την γλυκιά αυθάδεια στο βλέμμα αυτού του βαρβάρου. Ήθελα όμως να μάθω περισσότερα γι’ αυτό το παιχνίδι και ίσως κατάφερνα με μερικά σερτέτσια να το αγοράσω για να παίζω με τους φίλους μου πίσω στην Ρώμη.

-Κάθε τετράγωνο, είπε ο Σημίτης, είναι χώρος και χρόνος συνάμα. Κάθε κομμάτι έχει μια ωρισμένη ισχύ και οι κινήσεις συνιστούν πιθανότητες, είπε με μια ευδιαθεσία που έδειχνε την αγάπη του γι’ αυτό. Κάθε κίνηση αλλάζει τις συνθήκες, και οι παίχτες πρέπει να προβλέψουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.

Ο Πέρσης αφαίρεσε ένα κομμάτι από τις δυνάμεις του Σημίτη και έδειχνε ανακουφισμένος. Ο Σημίτης δεν έδειξε να πτοείται. Έκανε μια κίνηση πριν στραφεί ξανά σε μένα. Ο αντίπαλός του δεν μπόρεσε να σηκώσει κεφάλι. Ήταν φανερό ότι είχαν αναμετρηθεί ξανά και ο Πέρσης ήταν αποφασισμένος να εκδικηθεί μια προηγούμενη ήττα. Τα κομμάτια στον πίνακα ήταν ισοδύναμα κρίνοντας από τις απώλειες, αλλά ο Σημίτης είχε συμπτυχθεί καλύτερα.

-Ο σκοπός, συνέχισε, είναι η αιχμαλωσία του βασιλέα, το ματ του σαχ.

-Η κατάληψη του αυτοκρατορικού θρόνου; ρώτησα.

H ερώτησή μου τρόμαξε μερικούς, που προφασιζόμενοι κάποια δουλειά, απομακρύνθηκαν γρήγορα. Χαμογέλασα με την δειλία τους. Και μόνο η σιωπή μου έφερνε τον πανικό.

-Ω ναι, είπε με θάρρος ο Σημίτης.

-Και πώς μπορεί να γίνει αυτό στον πολιτικό βίο από αυτό το παιχνίδι, ρώτησα και κάθισα σε ένα παρατημένο σκίμποδο.

Ο Πέρσης είχε προωθήσει τα κομμάτια του. Ήταν φανερό ότι ξεκινούσε μια επίθεση.

-Θα σου πω, είπε ο Σημίτης, αν μου υποσχεθείς ότι δεν θα εξοργιστείς και δεν με παραδώσεις στις αρχές.

Θυμάμαι πως γέλασα με την αυθάδεια αυτού του βαρβάρου. Ήμουν περίεργος πώς αυτό το όμορφο στρατιωτικό παίγνιο θα μου δίδασκε την κατάληψη του Θρόνου. Δεν υπήρχε στρατός να σταθεί απέναντι στις λεγεώνες μας. Η Ρώμη δεν κινδύνευε από κανέναν πια.

-Σύμφωνοι βάρβαρε. Θα σε ακούσω, αλλά μόλις τελειώσεις τον αγώνα σου θα μου το πουλήσεις για σαράντα σερτέτσια.

-Λοιπόν είμαστε σύμφωνοι και οι δύο, και έριξε μια γρήγορη ματιά στο παιχνίδι. Οι λίγοι εναπομείναντες καθησυχασμένοι παρατηρούσαν το παιχνίδι και την συζήτησή μας με ενδιαφέρον. Μπροστά μας πέρασε η φρουρά και ο αξιωματικός μού έκανε ένα νεύμα ότι με έχει στην επίβλεψή του. Κανείς ωστόσο από το πλήθος του δρόμου, που μας κοιτούσε εξεταστικά, δεν ερχότανε να διακόψει την συζήτηση ενός Ρωμαίου διοικητού.

-Σε ακούω λοιπόν. Λέγε εσύ και εγώ θα σε ρωτάω αν δεν καταλαβαίνω κάτι. Άλλωστε παίζεις ικανά ακόμα και όταν μιλάς.

Ο Πέρσης έδειξε λυπημένος. Η ανωτερότητα του αντιπάλου του ήταν φανερή και σε αυτούς που δεν γνώριζαν το παιχνίδι. Τότε ήταν που ξεκίνησε την μεγάλη του αντεπίθεση από την δεξιά πλευρά με τα ψηλότερα κομμάτια. Δεν έπρεπε να είναι αντιπερισπασμός, σκέφτηκα. Ο Σημίτης άρχισε τον λόγο του:

-Τα κομμάτια αυτά απαρτίζουν τις δυνάμεις ενός έθνους. Είναι τα στοιχεία της κοινωνίας: οι θεσμοί, οι νόμοι, οι δοξασίες, το πολίτευμα, οι τέχνες, το εμπόριο, ο στρατός. Είναι όλα όσα συνθέτουν ένα λαό σε έθνος.

-Όμως Ελισαίε, είπα χρησιμοποιώντας πρώτη φορά το όνομά του, το παιχνίδι αυτό είναι μοιρασμένο στα ίσια. Είναι ίση η ένδοξη Ρώμη με μια φυλή βαρβάρων; Μόνο το στράτευμα να πάρεις και θα δεις ότι σε κάθε μάχη οι λεγεώνες μας είναι ακατάβλητες. Είναι συμβατικό λοιπόν το παιχνίδι, είπα αγέρωχα νοιώθοντας ήδη την ανωτερότητα της Ελληνικής παιδείας μου από την βαρβαρική σκέψη.

-Η διαφορά δεν είναι εκεί Μάγνε, είπε κοφτά ο Σημίτης. Δεν συμφωνείς ότι όλοι οι λαοί έχουν αυτά τα στοιχεία; Λιγώτερο ή περισσότερο ανεπτυγμένα. Έχουν γλώσσα, ήθη, θεσμούς, θρησκεία, εν γένει πολιτισμό.

-Ασφαλώς, είπα.

-Η διαφορά είναι στην ψυχή του λαού που τα παράγει. Στην σκέψη και το συναίσθημα που είναι διαφορετικά από λαό σε λαό. Αυτό που κάνει εσένα Ρωμαίο και εμένα βάρβαρο. Η διαφορά είναι στους παίχτες λοιπόν. Σε εμένα και τον Πέρση φίλο μου, τον Αστυάρτη.

 Ο Πέρσης ένευσε το κεφάλι του με ένα χαμόγελο σαν να ήθελε δειλά να συστηθεί και κίνησε την βασίλισσά του στο κέντρο του πίνακα. Ο Ελισαίος έλαμψε. Δεχόταν μια ισχυρή επίθεση και έδειχνε ευτυχής.

-Οι παίχτες, επανέλαβε, είναι οι σκέψεις και τα συναισθήματα του λαού που φτιάχνει τις μεγάλες μορφές. Αυτές κτίζουν ή καταστρέφουν πολιτισμούς. Κερδίζουν ή χάνουν στο πολιτικό παιχνίδι.

-Ωραία τα λες βάρβαρε φίλε μου, του είπα. Αλλά δεν βάζεις στο συλλογισμό σου το απίθανο. Δεν βάζεις τις ανατροπές που κάνει στο πεδίο της μάχης μια μαχητική λεγεώνα και αλλάζει την έκβαση. Δεν βάζεις τον πολιτικό που με την ρητορική δεινότητα ή την δολιότητα αρπάζει ένα αξίωμα. Δεν βάζεις τον ήρωα ή τον έμπειρο στρατηγό που αξίζει στην μάχη όσο μια χιλιαρχία. Αυτός είναι ο αστάθμητος παράγοντας της μοίρας ή της τύχης αν θες, που προφανώς αγνοείς.

-Όχι βέβαια, αποκρίθηκε ο Σημίτης κοιτώντας προσεκτικά τους ελιγμούς της εχθρικής βασίλισσας στα πλάγια των δυνάμεών του. Ανέπτυξε τότε έναν ίππο σε σχέση με τον άλλο προς την πλευρά της. Πές μου όμως Μάγνε. Αυτός ο ήρωας, ο στρατηγός, πότε επικρατεί; Όταν το σύνολο προελαύνει ή όταν ηττάται; Tί όφελος γι’ αυτόν όταν όλοι υποχωρούν και τον παρασύρουν στην καταστροφή; Αντιθέτως, ακόμη και ο τελευταίος λεγεωνάριος ευτυχεί όταν το σύνολο οδεύει καλώς. Ο καλύτερος ήρωας στην μάχη θα υποχωρήσει ή θα πέσει όταν συντριβεί η λεγεώνα ενώ και ο τελευταίος λεγεωνάριος θα πολεμήσει καλά όταν η κοορτή του προελαύνει.

Αναγκάστηκα να παραδεχτώ την λογική του τότε. Ο βάρβαρος που είχα μπροστά μου είχε ασφαλώς καλή μόρφωση αφού αυτή ήταν η κύρια δόξα των Αθηναίων όταν κυβερνούσαν.

-Το καλύτερο κομμάτι μόνο του δεν μπορεί να κερδίσει ένα συγκροτημένο σύνολο, συνέχισε ο Ελισαίος. Αυτό όμως μπορεί με απώλειες να κερδίσει το ισχυρό κομμάτι!

-Μου έδειξες Ελισαίε καλά την τοποθέτησή σου, όμως συνέχισε. Πώς διδάσκεται κανείς την πολιτική κατάληψη από το παιχνίδι;

-Όπως σου είπα όλα τα κομμάτια είναι κοινωνικές δυνάμεις. Αυτά εδώ, είπε και έδειξε τους πύργους, είναι ο στρατός. Αυτά εδώ, κι έδειξε τα άλογα, είναι ο πλούτος, τα ζωντανά και οι δούλοι. Οι αξιωματικοί που βλέπεις είναι οι θεσμοί. Αυτά εδώ τα μικρά, είναι η γλώσσα, τα έθιμα και οι τέχνες. Ο βασιλιάς είναι το πολίτευμα. Και τέλος η βασίλισσα είναι η θρησκεία.

Ο Πέρσης κατάφερε να αφαιρέσει ένα ακόμα κομμάτι από τα μικρά. Μάλλον αφαίρεσε την γλώσσα ή τα έθιμα, αστειεύτηκα από μέσα μου. Η επίθεση του ήταν ακόμα σε εξέλιξη και ο Πέρσης φανερά είχε προσανατολιστεί στην δημιουργία ρήγματος στην αντίπαλη άμυνα.

-Η βασίλισσα είναι η θρησκεία; επανέλαβα. Για όλα τα άλλα θα συμφωνούσα. Για μας βασίλισσα είναι οι Νόμοι της Ρώμης και θρησκεία και πολίτευμα είναι ο αυτοκράτορας. Ο βασιλιάς στο παιχνίδι σου.

-Θα μπορούσε να είναι έτσι Μάγνε αν η βασίλισσα έμενε στην Ρώμη. Τώρα όμως απλώνεται σε μια αυτοκρατορία από τον Δούναβη μέχρι τον Ευφράτη. Και βλέπω την Ρώμη σε κάθε Ναό, σε κάθε βωμό, σε κάθε Ιερέα γύρω μου. Αν η βασίλισσα ήταν η πόλη Ρώμη θα έμενε ακίνητη και δεν θα είχε σχέση στο παιχνίδι μας, που όλα τα κομμάτια κινούνται. Θα παρατήρησες ότι η βασίλισσα κινείται ευχερέστερα και ταχύτερα από όλα τα άλλα κομμάτια.

-Ναι, αυτό είναι αλήθεια, απάντησα προβληματισμένος. Όμως γιατί τότε να μην είναι η πολιτική διοίκηση η βασίλισσα, και η θρησκεία ο βασιλιάς;

-Tότε θα έπρεπε με την σύλληψη της βασίλισσας να τελειώνει και το παιχνίδι. Όμως δεν τελειώνει έτσι. Τελειώνει με την αιχμαλώτιση του καλά φρουρούμενου βασιλιά. Του αυτοκράτορα πίσω από τους πραιτοριανούς του.

-Το έχεις σκεφτεί καλά, βάρβαρε φίλε μου. Άρα όσο σημαντική και αν είναι η θρησκεία το παιχνίδι τελειώνει μόνο με την κατάληψη της πολιτικής αρχής. Από ότι βλέπω η θρησκεία του φίλου σου Αστυάρτη σε έχει πλησιάσει αρκετά.

-Ο Σημίτης χαμογέλασε πλατιά. Όχι Μάγνε, στην πραγματικότητα αυτή η θρησκεία είναι δική σου και όχι του Πέρση. Η δική σου ήρθε στον τόπο μας από τα χρόνια του Ισκαντέρ. Σε λίγο θα είναι αφύλακτη.

-Τι είπες; φώναξα. Πώς έφτασες σε αυτό το συμπέρασμα;

-Όπως αυτή η βασίλισσα που τριγυρνάει στα μέρη μου, η θρησκεία σου είναι καιρό εδώ. Οι λαοί της ανατολής μάθανε τους τρόπους της και την συμπεριφορά της. Εσείς οι Ρωμαίοι και οι Έλληνες δεν την φυλάτε αυστηρά με τους θεσμούς και τον βασιλιά. Οι φιλόσοφοί σας απομακρύνουν τον λαό από κοντά της. Οι ίδιοι μένουν σε απόσταση, ενώ η πολιτική διοίκηση είναι μακριά στην Ρώμη. Μόνη της φύλαξη είναι ο ισχυρός στρατός.

-Και τι ήθελες να κάνει ο αυτοκράτορας; Να βρίσκεται στις επαρχίες και να κινδυνεύει ο Θρόνος ή να μην φέρναμε την θρησκεία μας στις κατακτήσεις μας; Αναφώνησα με ένα τόνο αγανάκτησης στην φωνή μου. Ο Σημίτης δεν απάντησε. Ο Πέρσης έφερε την βασίλισσα απέναντι στην δικιά του. Αυτή η κίνηση είναι κρίσιμη σκέφτηκα.

-Να την φυλούσατε στενότερα. Όπως ο Ισκαντέρ στον πόλεμο και την ειρήνη.

-Τί να φοβούμαστε Ελισαίε; Πολιτευόμαστε ήδη με ηπιότητα σε όλες τις επαρχίες μας. Ήμαστε ανελέητοι στις εξεγέρσεις αλλά πράοι και ανεκτικοί σε αυτούς που μας σέβονται. Παλαιότερα λεηλατούσαμε μια πόλη και φεύγαμε μέχρι να σωρεύσει νέο πλούτο και ανθρώπους για να την λεηλατήσουμε ξανά. Σήμερα παραμένουμε και εισπράττουμε τους φόρους σαν αντίτιμο για την διοίκησή μας.

Ο Σημίτης πήρε την εχθρική βασίλισσα και ο Πέρσης την δική του. Κατάλαβα ότι όλα άλλαξαν. Ήμουν περίεργος να ακούσω τί θα έλεγε τώρα ο φαντασμένος βάρβαρος.

-Τί όφελος είχες; του είπα. Έχασες την βασίλισσά σου παίρνοντας την εχθρική.

-Όπως σου είπα Μάγνε, το παιχνίδι αυτό δεν είναι στρατιωτικό αλλά πολιτικό. Εδώ δεν πεθαίνει κανείς αλλά συλλαμβάνεται. Οι βασίλισσές μας είναι αιχμάλωτες. Η μία θρησκεία με την άλλη έμειναν πολύ καιρό στην ανατολή και αναμειχθήκανε.

-Τί θα γίνει τώρα; ρώτησα έκπληκτος.

-Είναι απλό. Ο λαός που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτή θα την απελευθερώσει νωρίτερα. Ίσως να μην είναι η ίδια αλλά θα είναι η δικιά του.

Έβλεπα τώρα ότι ο Σημίτης είχε το προβάδισμα.

-Βλέπεις Ρωμαίε, δεν είναι τυχαίο ότι ο δικός μου λαός προηγείται. Θα μπορούσα να είμαι εγώ στην θέση του αντιπάλου μου. Αλλά οι δικοί μου σοφοί, οι δικοί μου θεσμοί κρατούσαν τον λαό κοντά της. Εσείς οι Στωϊκοί οι Επικούρειοι και οι Κυνικοί αγωνιστήκατε να την απομονώσετε. Αιώνες βλέπουμε τους Έλληνες και τους Ρωμαίους να συμφιλιώνωνται με τα δικά μας δόγματα.

-Είμαστε αρκετά δυνατοί να επιλέγουμε τα ωφελιμότερα και να τα προσαρμόζουμε στα δικά μας μέτρα, του είπα με σιγουριά. Το κάναμε με την Θεά Κυβέλη, τον Διόνυσο, τον Άδωνι.

-Σωστά, έτσι πράξατε ως τώρα και ήταν αποτελεσματικά. Κανένα στομάχι δεν χωνεύει όλες τις τροφές. Και οι πιο σκληροτράχηλοι στρατιώτες δεν αντέχουν τα υγρά και ζεστά κλίματα της ανατολής και αποφεύγουν τα έλη που οι ντόπιοι αντέχουν.

-Δείχνεις να τα ξέρεις όλα, είπα κουρασμένος.

-Όχι όλα βέβαια. Ξέρω μόνο ότι η θρησκεία συνέχει και συντηρεί όλα τα στοιχεία ενός έθνους, και αυτό είναι ζωτικής σημασίας.

-Αν κατάλαβα καλά η δική σου θρησκεία θα αναλάβει γρηγορότερα από την δική μου; Αυτό είναι αδύνατον.

-Ίσως! Βλέπεις ήδη ο Ρωμαϊκός λαός έχει τεράστια πλήθη αλλοφύλων στους κόλπους του. Έτοιμα να πιστέψουν οποιονδήποτε τους υποσχεθεί την σωτηρία. Η Ρώμη είναι γεμάτη από ανθρώπους σαν και εμένα. Γινόμαστε κάθε μέρα περισσότεροι από τους δικούς σας ανθρώπους, τους Ρωμαίους πολίτες.

-Είναι αλήθεια αυτό. Η πολιτική εξουσία θα αναβιβάσει τον θεό σας στο Ρωμαϊκό Πάνθεο ή θα διωχτείτε ανηλεώς όπως κάθε φορά.

Ο Πέρσης έδειχνε ανήσυχος, όμως ο Σημίτης τον καθησύχασε.

-Έχουμε κάνει μια συμφωνία με τον Μάγνο, έτσι δεν είναι στόλαρχε;

Ο Σημίτης πήρε πίσω την βασίλισσα του ανταλλάσσοντας την με ένα μικρό κομμάτι στα μετόπισθεν του αντιπάλου του. Ο Πέρσης ήθελε δύο κινήσεις ακόμα για να κάνει το ίδιο.

-Σε λίγο θα είμαστε τόσοι πολλοί σε όλες τις βαθμίδες που κανένας διωγμός δεν θα είναι αρκετός, μου απάντησε ήρεμα.

Θυμάμαι πώς έχασα την ψυχραιμία μου τότε.

-Ωραίο όνειρο βάρβαρε. Και τί σε κάνει να πιστεύεις ότι ο λαός, ο στρατός θα αποδεχτούν μια ανατολική θρησκεία σε βάρος της δικής τους;

-Δύο πράγματα, είπε ο Σημίτης και απείλησε τον βασιλιά: Σαχ!

Ο Πέρσης φύλαξε τον βασιλιά του πίσω από ένα αξιωματικό.

-Εμείς οι βάρβαροι ζήσαμε χιλιάδες χρόνια κάτω από τυραννίες, δεσποτείες και μοναρχίες. Είναι κληρονομική μας συνήθεια η υποταγή. Γνωρίζουμε σαν δεύτερη φύση να κυβερνιόμαστε από τους δυνατούς και να κυβερνάμε τους αδυνάτους. Τώρα όπως σου είπα η αυτοκρατορία σου έχει πλήθη. Και εμείς με την θρησκεία μας τα χειραγωγούμε ευκολότερα. Όλη η δύναμη της Ρώμης δεν φτάνει για να εμπνεύσει τόσο δέος όσο ο ένας σατράπης του Μεγάλου Βασιλέα.

-Τί εννοείς; ρώτησα επιτακτικά.

-Ο καλός θεός που μάχεται τον κακό και τελικά αμετάκλητα επικρατεί είναι αλάνθαστο βάλσαμο για την ψυχή. Τα πλήθη που θα πιστέψουν στον καλό θεό νικητή θα έρθουν γιατί θα πιστέψουν στην βέβαιη νίκη του. Ξέρεις καλά ότι όλοι πάνε με το μέρος του νικητού. Όσοι δεν έρθουν γι’ αυτό τον λόγο θα έρθουν γιατί ο νικητής θεός τιμωρεί σκληρά αυτούς που δεν πίστεψαν στην βέβαια νίκη. Ο φόβος της τιμωρίας και η ελπίδα για αιώνια ανταμοιβή κερδίζουν πάντα τα απελπισμένα πλήθη.

-Ανέφερες και έναν άλλο λόγο όμως!

-Η αθεΐα των Ελλήνων φιλοσόφων που ευτέλισε τους Θεούς σας. Η ανοχή και η απάθεια των θεωριών που διακήρυσσαν οι φιλόσοφοι, ήταν η ανοιχτή θύρα που αφήσατε για μας.

Σαχ! ξαναείπε ο Ελισαίος. Ο Πέρσης απομάκρυνε τον βασιλιά του από την φρούρηση. Ο Σημίτης έφερε δίπλα την βασίλισσά του. Σαχ ματ! είπε.

Ο Αστυάρτης έριξε τον βασιλιά κάτω. Σε όλο το παιχνίδι δεν είπε κουβέντα. Σηκώθηκε φανερά λυπημένος και υποκλίθηκε. Οι υπόλοιποι τον ακολούθησαν παρηγορώντας τον.

-Μια άλλη φορά, είπε ο Σημίτης ευγενικά.

Μείναμε μόνοι.

-Βλέπω τώρα τον συλλογισμό σου, είπα, όμως ακόμα δεν βλέπω πώς εκατομμύρια άνθρωποι θα αλλάξουν την παράδοσή τους.

-Κοίταξε ξανά την παρτίδα. Παρατήρησε τα υπόλοιπα κομμάτια που έμειναν στον πίνακα, είπε ο Ελισαίος. Εδώ πολύ σοφά τελειώνει το παιχνίδι. Ο βασιλιάς, η πολιτική εξουσία καταλήφθηκε. Το παιχνίδι γνωρίζει ότι όλα τελείωσαν. Η ζωή όμως συνεχίζεται σε βάρος των ηττημένων. Τώρα ο βασιλιάς, η πολιτική εξουσία είναι υποχείριο της κρατούσας θρησκείας. Οι θεσμοί, ο πλούτος ο στρατός, οι τέχνες υπακούουν σε αυτήν. Η θρησκεία χωρίς την πολιτική εξουσία είναι γυμνή. Η δύναμη της βαρβαρικής θρησκείας βρίσκεται στην ικανότητα να υποβάλλει το πλήθος και τώρα νικήτρια έχει την πολιτική δύναμη.

-Η βασίλισσα είναι αφύλακτη, αναφώνησα εγώ. Όσο δυνατή και να είναι δεν μπορεί να νικήσει ένα οργανωμένο σύνολο.

-Καλά τα θυμάσαι, είπε ο Ελισαίος.

-Ο στρατός τώρα μπορεί να επιτεθεί στους τελευταίους υπερασπιστές της.

-Είναι βέβαιη η ήττα.

Ο Σημίτης τέντωσε το κορμί του σαν να καθότανε ήδη στον θρόνο.

-Ο Αυτοκράτορας δεν είναι καθόλου ανόητος αντέταξα εγώ. Ο Αυρήλιος αν και φιλόσοφος δεν ήταν καθόλου ανεκτικός με τους χριστιανούς.

-Αυτό είναι αλήθεια. Θυμήσου όμως τί σου είπα στην αρχή. Κάθε τετράγωνο είναι ταυτόχρονα χώρος και χρόνος. Κάθε βήμα στον πίνακα είναι χρόνια και δεκαετίες. Δεν θα είναι για πάντα ένας Αυρήλιος στον θρόνο. Ο Ρωμαϊκός λαός δεν γεννάει τόσο ευσεβείς στην παράδοση όσο παλιά. Οι φιλόσοφοί σας έχουν φροντίσει να αλλάξουν την σκέψη και τα συναισθήματά του.

-Δεν καταλαβαίνω το μένος σου για τους φιλοσόφους Ελισαίε. Είμαι και εγώ Επικούρειος και δεν βλέπω κάτι κακό σε αυτό.

Ο Σημίτης χαμογέλασε.

-Το κατάλαβα μόλις σε είδα φίλε μου. Βλέπεις στην Τορά η λέξη Επικούρειος σημαίνει άθεος. Και οι δικοί μας άθεοι έχουν το ίδιο με σένα φιλοπερίεργο βλέμμα, την ίδια κλίση για νέες φιλίες, σύντομες εμπειρίες. Κρατάνε και αυτοί ένα ποτήρι κρασί στο χέρι ντυμένοι με ακριβά ρούχα και έχουν το σημάδι του έρωτα στην ματιά τους.

Είχα εντυπωσιαστεί. Ήμουν στρατιωτικός, αλλά από πολιτική δεν καταλάβαινα πολλά. Θα πολεμούσα πιστά για κάθε αυτοκράτορα που θα με διέταζε. Ήμουν ο πύργος που μια μέρα θα καταδίωκα την βασίλισσά μου.

-Γι’ αυτό σου τα είπα όλα αυτά άλλωστε, συνέχισε ο Ελισαίος. Εσείς οι Επικούρειοι δεν νοιάζεστε παρά για τον βίο που ζείτε.

-Το ξέρεις ότι για ένα από αυτά που είπες χάνεις το κεφάλι σου; είπα αλλά χωρίς τόνο απειλής στην φωνή μου.

-Να μην φοβάστε εμάς τους χριστιανούς. Το βασίλειό μας δεν είναι αυτού του κόσμου, αλλά του Ουρανού, είπε ο Κύριός μας.

Ένιωσα ανακουφισμένος μονομιάς. Δεν κινδυνεύαμε από αυτούς τότε.

-Όχι βέβαια, δεν είναι η θρησκεία μας που θα σας απειλήσει, είπε ο Ελισαίος. Εμείς αγαπάμε και τους εχθρούς μας.

-Ποιά είναι η δουλειά σου Ελισαίε; Δείχνεις να είσαι από καλή καταγωγή.

-Είμαι από οικογένεια εμπόρων σμύρνας. Όταν έγινα χριστιανός ακολούθησα τον δρόμο του Σωτήρα μας. Τώρα στον τόπο μου με ξέρουν σαν προφήτη Ελισαίο!

-Έδειχνες σίγουρος για την έκβαση από την αρχή. Πότε κατάλαβες ότι θα κερδίσεις;

-Αληθινά, όταν είδα την βασίλισσα να προελαύνει. Είδα την αιχμαλωσία του βασιλιά στον χρόνο. Μπορείς να πεις ότι το προφήτεψα.

Με κοίταξε με νόημα. Τα μαύρα μάτια του γυάλισαν στο σκοτάδι που κάλυπτε ταχιά την αγορά.

-Προφήτη Ελισαίε, θα θυμηθείς να εμπορευτείς το παιχνίδι αυτό, όπως συμφωνήσαμε;

-Σαράντα σερτέτσια Ρωμαίε, είπε γελώντας.

Σηκώθηκε και χαιρέτησε με μια ελαφριά κίνηση του κεφαλιού. Πήρε ένα ραβδί αφημένο σε ένα δέντρο πίσω του και κίνησε για τον δρόμο που οδηγούσε έξω από την πόλη.

Δεν είχα πια διάθεση για γυναικεία συντροφιά. Ένιωθα την ανάγκη να ιππεύσω πίσω στο λιμάνι, παρέα με τους στρατιώτες μου. Στον δρόμο σταμάτησα να κοιτάξω τον Ναό της Αρτέμιδος. Οι νεωκόροι βιάζονταν να σφαλίσουν τον Ναό για την νύκτα. Δύο λευκοφορεμένοι Ιερείς συζητούσαν χαμηλόφωνα στην περίβολο.

-Όχι δεν μπορεί να κινδυνεύουμε από τους χριστιανούς, ούτε από κανέναν άλλο, σκέφτηκα και τίναξα τα χαλινάρια του Νέρβα μαζί με τις έγνοιες μου.

 

Μεγιστίας-Δωδωναίος Κήρυξ

5η Ισταμένου μηνός Μεταγειτνιώνος, έτους 2780 μετά πρώτην Ολυμπιάδα 

 


 
     
 

© Εκκλησία των Ελλήνων στο θρήσκευμα