|
|||||
|
|||||
:: :: |
|||||
|
|||||
Η χαρτογράφηση του Κινήματος Επανελληνίσεως
1. Οι ελληνοκεντρικοί Η ομάδα αυτή χαρακτηρίζεται από περηφάνεια και έπαρση για οτιδήποτε μοιάζει ελληνικό χωρίς να αιτιολογούν το γιατί. Χαρακτηριστικά βαπτίζουν ελληνικό οτιδήποτε μπορούν με αναπόδεικτους συλλογισμούς, γινόμενοι απεχθείς ή γραφικοί στα μάτια άλλων λαών. Θαυμάζουν την ισχύ κάθε κρατικής εξουσίας που κατάφερε να διευρύνει τα γεωγραφικά σύνορα, χωρίς να ενδιαφέρωνται για την συρρίκνωση των πολιτιστικών μας συνόρων. Περηφανεύονται για στρατιωτικές νίκες ενώ οι εθνικές ήττες αποδίδονται στην διχόνοια ή στον εβραϊκό δάκτυλο. Το συναίσθημα που αποπνέουν είναι ότι «είμαστε οι καλύτεροι αλλά άτυχοι. Οι πρώτοι, αλλά τώρα ξεπέσαμε, αν δεν φαγωνόμασταν μεταξύ μας. Αν δεν ήταν οι εβραίοι τώρα θα κυβερνούσαμε τον κόσμο». Η στείρα λογική τους δεν μπορεί να γεννήσει κοινωνικό πρόταγμα πέρα από εθνικιστικές κορώνες και συσπειρώσεις γύρω από την πατρίδα, που την ορίζουν πάντα μέσα στα εκάστοτε γεωγραφικά σύνορα. Λειτουργεί όμως σαν βάλσαμο στις εθνικές αποτυχίες με την μετάθεση ευθυνών σε σκοτεινά κέντρα και την επιστροφή στο ένδοξο παρελθόν. Στοιχειοθετεί την νέα μορφή ελληνο-χριστιανισμού προς το «Ελληνικότερον». Από τον συναισθηματικά καταπιεσμένο αυτό χώρο, που κείται ανάμεσα σε παρελθοντικά μεγαλεία και διαχρονική απογοήτευση, ξεπήδησαν όλες οι φανταστικές προβολές, μεγαλοϊδεατισμοί, μαρμαρωμένοι βασιλείς, που θα πάρουν την Πόλη και ως δια μαγείας θα λυθεί η εθνική κατάρα. Η χρήση του ελληνοκεντρισμού ως επεκτατική ιδεολογία για ανακατάληψη βυζαντινών στόχων, εξυπηρετεί το πορτοφόλι των ναζωραίων πλουτοκρατών και πνευματικών ταγών για απόκτηση πλούτου, πάντα στην πλάτη του υποδούλου Ελληνικού Έθνους. Η ελληνοκεντρική ιδεολογία παραμένει άσβεστη και αναζωπυρώνεται κάθε φορά που οι χριστιανοί νοιώθουν αρκετά ασφαλείς να σύρουν το Έθνος στο λαίμαργο άρμα τους. Η ιδεολογική ήττα του χώρου αυτού μετά την μικρασιατική εκστρατεία και η στροφή του λαού σε διεθνιστικά αριστερά ρεύματα ως πολιτική ρεβάνς των απογόνων των στρατιωτικά ηττημένων στον εμφύλιο 1946-49, παράλληλα με την εισβολή στην Ευρώπη ανατολίτικων θρησκευτικών ιδεών, οδήγησε τον χώρο αυτό στο περιθώριο. Στα μετέπειτα χρόνια ανασυντάχτηκε και παρουσιάστηκε με νέο πρόσωπο. Περιωρισμένος σε μια στρατιωτική μειοψηφία, παρέα με την ταπεινωμένη παλαιά αστική τάξη με ρίζες στο Μεταξικό καθεστώς, εφηύραν την εξωγήινη καταγωγή και την ουρανόθεν εφεδρεία που θα λυτρώσει το Ελληνικό Γένος από τις δυστυχίες του. Με ποικίλες μορφές η φαντασιοπληξία έλαβε στην δεκαετία του «1990» ένα ικανό αριθμό σεναρίων και βρήκε φιλοξενία σε γνωστούς εκδοτικούς οίκους. Σήμερα δεν υπάρχει ελληνοκεντρικός που να μην πιστεύει το ένα ή το άλλο σενάριο του εξωγήινου μύθου και της τελικής επικράτησης με καταληκτική ημερομηνία το «2012». Κάποιες από αυτές τις ομάδες στο δυιστικό από την χριστιανική παιδεία φαντασιακό τους, αντικατέστησαν τους Θεούς βασιλιάδες της ευημεριστικής οπτικής με εξωγήινους στόλαρχους. Το αποτέλεσμα είναι ξανά το ίδιο. Μια μοντέρνα απαξίωση των Θεών. Από τον ελληνοκεντρικό χώρο θρέφονται οι ναζωραίοι των νεοβυζαντινών κομμάτων τύπου ΛΑΟΣ με τους τηλεπωλητές ελλαδέμπορους. Με παρουσίαση ουφολογικών σεναρίων, χριστιανικών «προφητειών» και «αποκαλύψεων» χαλιναγωγούν τον ελληνοκεντρικό χώρο στο χριστιανικό άρμα. Τώρα ο περιούσιος λαός είναι ο Ελληνικός και η ενδο-ιουδαϊκή διαμάχη Ιουδαίων-Χριστιανών μετατρέπεται σε διαμάχη Ελλήνων-Εβραίων με σκοπό ένα νέο φυλετικό κατατρεγμό. Στον ελληνοκεντρικό χώρο διαβιεί ένα μικρότερο τμήμα που στελεχώνεται από μορφωμένα άτομα και προσωπικότητες του πνεύματος, που διακρίνεται από την προηγούμενη κατηγορία.
2. Οι αρχαιολάτρες Η ομάδα αυτή απαρτίζεται από λογικότερες προσωπικότητες και ολιγότερα χριστιανικά στοιχεία. Οι περισσότεροι είναι άθεοι φυσιολάτρες ενώ αρκετοί συμβιβάζουν τα χριστιανικά τους κατάλοιπα σε μυστικιστικές σφαίρες. «Ο Χριστός ήταν ένας άλλος μύστης, δάσκαλος από τους πολλούς με κοσμικό ρόλο κλπ». Οι αρχαιολάτρες θέτουν την πατρίδα ιδεατά στο παρελθόν μέχρι και το πραξικόπημα του Κωνσταντίνου. Στις τάξεις τους βρίσκονται καταξιωμένοι αρχαιομαθείς, λάτρεις της Ελληνικής Φιλοσοφίας, της Ιστορίας, της Τέχνης και της Γλώσσης. Δεν παρουσιάζουν τον χαρακτηριστικό σωβινισμό των ελληνοκεντρικών και προκρίνουν τα πολιτιστικά επιτεύγματα πάνω από την φυλή που τα παρήγαγε, την παιδεία πάνω από στρατιωτικές νίκες. Οι αρχαιολάτρες είναι ουμανιστές και ρομαντικοί. Η επιδερμική τους ανάλυση δεν προβλέπει μηχανισμούς διαδόσεως της Αρχαίας Ελληνικής Παιδείας ικανούς να αποφυλακίσουν τις χιλιάδες παιδικές ψυχές που καθημερινά εκχριστιανίζονται στην μέγκενη της κρατικής παιδείας. Με προτάσεις ατομικής επιμορφώσεως και ιδιωτικές λέσχες εκλεκτών για αναζητητές του Αρχαίου Κάλλους, δημιουργούν μόνο θύλακες αποστατών από τους χριστιανούς που την ίδια στιγμή συμπληρώνουν τις λίστες θανάτου για τις νύκτες που οι άπιστοι θα ριχθούν πάλι στην πυρά. Η φυσική θεώρηση των αρχαιολατρών, αποτέλεσμα της ευημεριστικής προπαγάνδας ότι οι Έλληνες λάτρευαν τις ιδέες τους και θεοποιούσαν φυσικά φαινόμενα, είτε από ανάγκη είτε από υπερχειλίζουσα γόνιμη φαντασία, τους τοποθετεί μακριά από το κέντρο βάρους του πολέμου: την ανθρώπινη ψυχή, το ανθρώπινο θυμικό. Έχοντας αποκλείσει την θρησκευτικότητα φράζουν την πνευματική επαφή με το θείο αναμασώντας φιλοσοφία, παπαγαλίζοντας ή διασκευάζοντας τύπους ανθρώπων που διακρίνονταν για την θρησκευτικότητάς τους. Το μόνο στοιχείο που διαγράφουν από τον συλλογισμό τους είναι η θρησκεία με μια μανιώδη εξίσωση της Ελληνικής Θρησκείας με την χριστιανική αίρεση. Αφού δεν μπορούν να κατανοήσουν τα πρότυπά τους, μιμούνται τις μορφές. Αφαιρώντας την θρησκευτικότητα λατρεύουν την φιλοσοφική ερμηνεία της, καταδικασμένοι να την αναμασάνε χωρίς να μπορούν να παράξουν τίποτε αυθεντικό. Η απόσταση των αρχαιολατρών από τους αρχαίους Έλληνες που λατρεύουν, είναι η διαφορά εκπαιδευμένης μαϊμούς στο τσίρκο που κάνει ποδήλατο από αθλητή ποδηλατοδρόμο. Οι αρχαιολάτρες συγχέουν την εξωραϊσμένη δυτική οπτική με την Ελληνικότητα, τον δυτικό σκεπτικισμό με την φιλοσοφία του Ελληνορωμαϊκού κόσμου. Όντες φυσιολάτρες και ιδεολάτρες αντικαθιστούν την χριστιανική ύβρι της θεοποίησης του ανθρώπου με την θεοποίηση της ανθρωπότητας, ήτοι του εξωνημένου εγώ τους. Οι αρχαιολάτρες αντί του χριστιανικού φετιχισμού προτάσσουν την ηδονοθηρία, αντί της χριστιανικής κεφαλαιοκρατικής δουλείας την σχόλη, αντί της χριστιανικής θρησκοληψίας προτάσσουν την δήθεν δημιουργικότητα του ανεξάρτητου πνεύματος, χάνοντας συνεχώς το ζητούμενο: την ηθοπλαστική καλλιέργεια του θρησκευτικού ενστίκτου με σκοπό την εποπτεία. Την συνειδητότητα δια του μυστηρίου της ένθεης φιλοσοφικής στάσεως, την θυσία για το κοινωνικό σύνολο υπέρ βωμών και εστιών, τα σύνορα δηλαδή της βιοσφαίρας κάθε έθνους. Η αρχαιολατρία, διαχρονικά εμφανίζεται ως ελιτίστικο χόμπυ περιωρισμένο σε καθηγητικές λέσχες και χώρων εστιάσεως μεταξύ επιδορπίου και οίνου και σε πολυτελή σαλόνια, και ως τέτοια είναι καταδικασμένη στο κοινωνικό περιθώριο. Παρότι οι αρχαιολάτρες διαποτίζονται από συναίσθημα, δεν παράγουν τίποτε πνευματικά, αφού το συναίσθημα δεν βρίσκει την πηγή του πνευματικού έρωτος. Δεν βλέπουν το πρόσωπο αλλά τα στολίδια του, δεν βλέπουν την Ψυχή του Κόσμου αλλά τις μορφές του. Ο αρχαιολάτρης ως αθεολόγητος στερείται των λειτουργικών μέσων και λατρευτικών τρόπων να έρθει σε επαφή με το μη αισθητό. Θαυμάζει την δημοκρατία ως επίτευγμα ελεύθερων φύσεων, όμως θεωρεί εαυτόν αριστοκράτη του πνεύματος, και συμπτωματικά υποδεικνύει αυτήν την αριστοκρατία ως λύση στα ζητήματα διαχειρίσεως των κοινωνιών. Η μάχη του είναι εκτός πραγματικότητος. Είναι ακριβώς η άρνηση της πραγματικότητος. Αδυνατώντας να υπάρξει, μελαγχολεί. Μελαγχολικά διαβιεί και ενίοτε αυτοκτονεί. Περιπτώσεις όπως ο Π. Γιαννόπουλος, ο Δ. Λιαντίνης, ο Ιόλας είναι άκρως χαρακτηριστικές του εκκεντρικού βίου που παρουσιάζουν. Τίποτε δεν τους μετακινεί από τον ιδεαλισμό τους. Νιώθουν ασφαλείς μόνο στην εγωκεντρική φυσαλίδα που καλλιεργεί ένα αμέτοχο ιδεαλιστικό ανθρωπισμό. Πέρα από βιοτικές ανάγκες, ένστικτα, θρησκευτικά βιώματα, πάθη, κίνητρα βρίσκεται η ρομαντική σαπουνόφουσκα του αρχαιολάτρου. Από κει διοικεί τον κόσμο χωρίς ευθύνες και φυσικά χωρίς αποτελέσματα. Ντύνεται οπλίτης αλλά δεν είναι πολεμιστής, γνωρίζει ότι δεν είναι φιλόσοφος αλλά μπερδεμένος αναμασητής. Ο αρχαιολάτρης αντιλαμβάνεται την κενότητά του αλλά δεν θέλει να αποκαλυφθεί. Έτσι πίνει κώνειο χωρίς να καταδιώκεται. Αποσύρεται όταν η φυσαλίδα του σπάει δηλώνοντας νικητής. Είναι πολυμαθής αδαής, άσοφος διανοούμενος, κοινωνικά περιττός και ατομικά ελλιπής. Ο αρχαιολάτρης είναι δυστυχισμένος. Η ψυχή του δεν είναι έλλογη. Η λογική του είναι συναισθηματική. Αρνούμενος την Ιερότητα της Ελληνικής Παραδόσεως αρνείται την ζωή που διακηρύσσει. Οι Θεοί τον τιμωρούν με ζωική ξηρασία. Οι αρχαιολάτρες αποτελούν το τελευταίο πρόσχωμα της χριστιανικής βλάβης πριν την αναγέννηση του Ελληνικού Έθους.
3. Οι εθνικοί Η ομάδα αυτή απαλλαγμένη από τον ιδεαλισμό της αρχαιολατρίας παλεύει να βιώσει ελληνότροπα την Ελληνικότητα. Παλεύει να αναβιώσει τον Έλληνα στην κοινωνία και έτσι διαχέεται ευκολότερα. Ξεφεύγοντας από τον εγωκεντρισμό αγγίζει την κοινωνία στις βάσεις της υπάρξεώς της. Απαλλαγμένη από την γραφικότητα της αρχαιοπληξίας έρχεται στην κοινωνία ως δείκτης του Αρχαίου Έθους. Με παρρησία τολμά και θρησκεύεται κατά τα προγονικά ειωθότα, συνδυάζοντας θεωρία και πράξη. Οι εθνικοί είναι αρχαιότροποι. Μεταλαμβάνουν το προγονικό πνεύμα και το εφαρμόζουν στην καθημερινότητα. Τιμούν Θεούς και Προγόνους. Αντιλαμβάνονται την πολυαρχία στους Ουρανούς και παρουσιάζουν κοινωνικό πρόταγμα. Δεν αναλώνονται στον αντιχριστιανισμό αλλά στην αναβίωση του υπόδουλου Εθνισμού στην σφαίρα της καθημερινής ζωής. Η μάχη δίνεται στο πιο καίριο σημείο, διεκδικώντας από τον χριστιανό κατακτητή την θρησκευτικότητα και χτυπώντας την χριστιανική χειραγώγηση με την πατρώα επιλογή. Οι εθνικοί αποστατούν από τον χριστιανισμό όχι για να τον αρνηθούν αλλά για να επιστρέψουν στην Πατρώα Θρησκεία. Σε αντίθεση με τα άλλα πληθυσμιακά τμήματα συστήνουν πλήθος οργανώσεων και γνωστοποιούν την ύπαρξή τους σε κάθε ευκαιρία. Οι αναβιωτές των εθνισμών έρχονται σε αντίθεση με τους ελληνοκεντρικούς εθνικιστές και τους αρχαιολάτρες που οικουμενοποιούν τον εθνισμό τους. Οι εθνικοί όμως βρίσκονται ακόμα στα σπάργανα. Χάρη στις φιλελεύθερες διατάξεις της Ευρωπαϊκής Ενώσεως κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Η εμφάνιση τους παράλληλα με το ευνοϊκό νομικό κλίμα τούς κάνει να εξαρτούν την παρουσία τους με αυτό το κλίμα, κάτι που οδηγεί σε βασικά στρατηγικά σφάλματα. Ένα από αυτά είναι η παραδοχή ότι η ευρωπαϊκή νομολογία σε συνδυασμό με την επιστημονική πρόοδο και τον διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας θα οδηγήσει μοιραία τους λαούς στα φυσικά μονοπάτια της παράδοσης. Ένα άλλο σφάλμα είναι ότι θεωρούν ότι μπορούν να συνυπάρξουν ειρηνικά με τον νεο-χριστιανό, κάτι που τους δίνει την εσφαλμένη εντύπωση ότι στο μέλλον θα τον υπερσκελίσουν ιδεολογικά. Η αντιχριστιανική τους στάση αντιφάσκει με την πρακτική τους. Ως πολιτικά νεογνά δεν διακρίνουν τις συνέπειες της χριστιανικής μονολιθικότητος και την ευελιξία που η εμπειρία έχει χαρίσει στους ναζωραίους κατακτητές. Η χριστιανική ευελιξία στηρίζεται στον χαμαιλεοντισμό έως ότου ανακαταλάβει πλήρως την κοσμική εξουσία επαναφέροντας το ειδεχθές περιβάλλον που ακούει στο όνομα θεοκρατικός μεσαίων. Ξεχνούν οι εθνικοί ότι η Αναγέννηση προηγήθηκε του δεύτερου μεσαίωνα, και θεωρούν ότι ο Διαφωτισμός σηματοδοτεί την αρχή του τέλους για τον χριστιανισμό και όχι απλά ένα άλλο επεισόδιο. Βασισμένοι σε αυτές τις αισιόδοξες προοπτικές χάνουν κάθε ζωτικότητα που ένας νέος χώρος πάντα εμφανίζει, παραμένοντας κοινωνικά νήπια. Ο χώρος των εθνικών χαρακτηρίζεται από μια επιπόλαια παιδικότητα. Δεν μετατρέπεται σε κίνημα και τελικώς λιμνάζει στην εσωστρέφεια και τις προσωπικές διενέξεις. Η άρνησή τους να αναπτύξουν ιδεολογικό μηχανισμό με την δικαιολογία ότι έτσι αυτο-ακυρώνονται, η μανιώδης προσπάθεια να αποφύγουν όρους και έννοιες που έχει ληστρικά ιδιοποιηθεί ο χριστιανισμός, όπως Δόγμα-Πίστη-Θρησκεία-Θεία Τιμωρία-Πρόνοια-Κόλαση, τους καθιστά άσφαιρους έναντι των ναζωραίων και άνευ χρήσιμων εφοδίων για τον λαό. Ούτως στην προσπάθεια να μην ακυρωθεί η Ελληνικότητά τους(ποιά άλλωστε έχει μείνει χωρίς αυτά)καταφέρνουν να τους ακυρώσει η πραγματικότητα. Πολλοί εξ αυτών δεν γνωρίζουν ότι οι παραπάνω έννοιες όπως και η Αγάπη, η Φιλανθρωπία, η Αλληλεγγύη, αποτελούν τα κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικά της Ελληνικής Θρησκείας αλλά και πολλών προχριστιανικών θρησκειών άλλων εθνών. Οι εθνικοί, σε αντίθεση με τους αρχαιολάτρες, δεν είναι μαϊμούδες που κάνουν τους ποδηλάτες στο τσίρκο. Είναι ποδηλάτες χωρίς ποδήλατο. Ανέχονται να διαφεντεύει το κράτος του χριστιανού, είτε αυτά είναι βωμοί, είτε ναοί, είτε όροι, έννοιες και σύμβολα. Οι εθνικοί θεωρώντας ότι δεν βρίσκονται σε πόλεμο είναι ανέτοιμοι για οργάνωση και ιεραρχία. Αντιμάχονται την θέσπιση αξιοκρατικών μηχανισμών και θρησκευτικής παιδείας που θα αναδείξει αξιόλογους Ιερείς ως θρησκευτικούς και πολιτικούς φάρους για την κατεύθυνση του Κινήματος. Αντ’ αυτού βασίζονται σε τυχάρπαστους εκδότες να φέρουν εις πέρας αυτό το έργο. Παρατηρούμε άθεους ψευδοφιλοσόφους να κάνουν τους ιερείς, αμόρφωτες νοικοκυρές να κάνουν τις ιέρειες, και άλλα φαιδρά. Το αποτέλεσμα είναι η οδυνηρώς αργή επαν-ανακάλυψη του τροχού. Οι εθνικοί νομίζουν εσφαλμένα ότι η ιστορία έχει αφήσει τον χριστιανισμό πίσω της επειδή δεν τους σκοτώνει τώρα. Αντίθετα ο χριστιανισμός μέσα στα σκοτεινά εργαστήρια των μοναστηριών οργανώνεται ασταμάτητα να θερίσει πάλι τα αγριόχορτα του χωραφιού των ψυχών που θεωρεί δικό του. Οι εθνικοί βρισκόμενοι σε ένα παρατεταμένο στάδιο παιδικών ασθενειών παραμένουν κλινήρεις στο κρεβάτι της κοινωνίας. Μια ιδιαίτερα ευνοϊκή κατάσταση για τον προσωρινά αδρανή ναζωραίο που την επιτείνει ενισχύοντας το προσωπείο της δημοκρατικότητάς του παράλληλα με την διάχυση αντι-εξουσιαστικών ιδεών στο στρατόπεδο των εθνικών, με αποτέλεσμα την αδρανοποίηση, την ηττοπάθεια και την διάλυση κάθε απόπειρας κινήματος. Οι εθνικοί μαγεμένοι από την νέα ανακάλυψη του Ελληνικού πνεύματος, και την νέα τους κοινωνική ταυτότητα, δοσμένη και αυτή από τους ναζωραίους, την ιδιοποιούνται. Σαν φαρισαίοι τηρητές των νόμων, ορίζονται ιδιοκτήτες του ναού και δεν επιτρέπουν την είσοδο σε άλλους. Αυτόκλητοι θεματοφύλακες μιας οικουμενικής πια παιδείας μπήγουν τον πάσαλο της κυριότητος «εμείς είμαστε το ήθος, και αν δεν είσαι εμείς, δεν έχεις ήθος». Αυτό το ήθος ορίζεται πάντα κατά το δοκούν, επιλεκτικά από την Ελληνική γραμματεία και συνήθως από δόξες προτιμητέων φιλοσοφικών σχολών. Πρόκειται για ένα άγραφο σύνταγμα, για να μην εισχωρήσουν οι μη αρεστοί. Άλλοτε ισχύει και άλλοτε δεν ισχύει. Το παιδάκι που αναφωνεί «πιστεύω στους Θεούς» διώκεται για χριστιανισμό, ενώ ο αρχαιολάτρης ακαδημαϊκός που ανακράζει «έχω τον χριστούλη μέσα μου» ανάγεται σε ήρωα εθνικό. Ο εθνικός που τολμά να ζητήσει πολιτική εκπροσώπηση και ηγείται Ελληνοπρεπούς στρατιωτικού αγήματος σε δημόσιες παρελάσεις, διώκεται ως φασίστας, ενώ διαλυτικά στοιχεία αλωνίζουν παρουσιαζόμενοι ως ανεκτικοί και δημοκράτες. Οι εθνικοί επιλέγουν την παράδοση σε τόπο και χρόνο, ώστε να οριοθετούν συνεχώς τα φράγματα εισόδου. Επιδιώκουν με μανία να παραμείνουν λίγοι. Χαρακτηρίζουν το άνοιγμα στην κοινωνία ως συμβιβασμό και υπαναχώρηση θέσεων. Η κοινωνική τους παρουσία ομοιάζει με καταληψία ενός ακατοίκητου σπιτιού που βγαίνει μόνο μέχρι το μπαλκόνι για να φωνάξει ότι το σπίτι του ανήκει και πετάει αντικείμενα σε όποιον θέλει να μπει. Δεδομένου ότι δεν τιμούν και άρα δεν εκφράζουν το σύνολο της Παραδόσεως(κυρίως της Ομηρικής), αλλά φιλοσοφικών σχολών της παρακμής παραδίδουν τον λαό αβοήθητο στον ναζωραίο και στο θεάρεστο έργο του θερισμού ψυχών. Σαν συνέπεια άλλες εθνικές ομάδες ιδιοποιούνται και συμπληρώνουν την παρατημένη Ελληνικότητα και απαρτίζουν όλες μαζί απλώς μια εικόνα ανασυστάσεως φιλοσοφικών σχολών. Το αποτέλεσμα είναι αντίστοιχο των πρώτων χριστιανικών αιρέσεων, να ερίζουν δηλαδή για την πρωτοκαθεδρία ανεξαρτήτως τιμήματος. Μόνιμα φαινόμενα είναι η απουσία σκοπού και η απουσία ιεραρχίας: «εμείς ήρθαμε πρώτοι-εμείς είμαστε οι καλύτεροι, εμείς οι αυθεντικοί» πλημμυρίζουν τον χώρο και αποδίδονται πρόχειρα σε μικρότητες. Οι εθνικοί, μικροϊδιοκτήτες της Ελληνικής Παραδόσεως αγωνίζονται για κοινωνική αναγνώριση στην βάση των φιλοδοξιών που έχουν οι εκπρόσωποί τους. Καταδικασμένοι στην αλληλοεξόντωση και την αναγνώριση από το κράτος των ναζωραίων, ως άλλος Πέρσης επίτροπος των Ελληνικών υποθέσεων, παρουσιάζουν διαρκώς ελεεινά φαινόμενα που εξαφανίζουν καλές προσπάθειες: κοινωνική ανυπαρξία, διχογνωμίες, ποταποί διαξιφισμοί, εν ολίγοις το τέλμα με τα απαραίτητα ζωύφια. Οι εθνικοί σήμερα λειτουργούν ως σειρήνες του Ελληνισμού φέρνοντας τμήματα του Ελλαδικού πληθυσμού στην όχθη, ενώ ύστερα ναρκώνονται και ξεχνούν την αρχική προσδοκία και την Ιθάκη. Όσοι απεμπλακούν και όσοι παραμείνουν εκτός ομίλων, όσοι δεν φάνε τους ιδεολογικούς λωτούς ορίζονται ως Έλληνες θρησκευτές.
4. Οι Έλληνες Οι Έλληνες στο θρήσκευμα είναι θρησκευτικοί αγωνιστές. Είναι κοινωνικοί επαναστάτες. Είναι τα μέλη που οργανώνουν την Κοινότητα των Ελλήνων που θα αποδώσει στην κοινωνία τους μελλοντικούς εμπόλεμους Ιερείς και Ιέρειες. Δίνουν αγώνα ζωής για την συνέχιση του προδομένου αγώνος του 1821. Την δικαίωση των Ηρώων που αγωνίστηκαν να εκδιώξουν τον συνεργάτη των τούρκων χριστιανό κληρικό. Οι Έλληνες αγωνίζονται για την εσωτερική αλλαγή μέσα τους, παράλληλα με την εξωτερική. Γνωρίζουν ότι η εσωτερική μεταμόρφωση δεν μπορεί να επέλθει χωρίς την διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, και αυτό είναι ιστορικώς πολιτικό, κοινωνικό και θεολογικό παραδεκτό. Ο Έλληνας δεν μπορεί να βγάλει πνευματικούς καρπούς σε χριστιανικά μιασμένη γη. Ο Έλληνας θρησκευτής ορίζει ως Ελληνική Πατρίδα την απελευθερωμένη από την ναζωραϊκή κατοχή γή, εκεί όπου βρίσκονται οι Βωμοί, οι Εστίες και οι προγονικοί Ναοί. Ο Έλλην αναγνωρίζει ως αδελφό τον όμαιμο, ομόθρησκο, ομόγλωσσο και ομότροπο και ποτέ τον αρχαιολάτρη κάπηλο της Ελληνικότητος. Ο Έλλην θρησκευτής επιτιμά τα έργα και τις πράξεις και όχι την αυταρέσκεια και την επιθυμία του αρχαιολάτρου. Θεωρεί την Ελληνική Θρησκεία ως γενεσιουργό αίτιο κοινού Έθους του Ελληνικού Έθνους, την θεωρεί ως ακρογωνιαίο λίθο του Ελληνικού οικοδομήματος. Ο Έλλην στο θρήσκευμα δίνει την ιδεολογική μάχη στο κέντρο βάρους του μετώπου, στην θρησκεία Δεν απεμπολεί τίποτε απ’ ό,τι του ανήκει και τον απαρτίζει ολοκληρωτικά. Έννοιες, λέξεις, σύμβολα, Ναοί, έδαφος, διεκδικούνται ανηλεώς από την λεία του ναζωραίου κατακτητού. Ο Έλλην στο θρήσκευμα απαγορεύει και ως σκέψη την συνύπαρξη με τον ναζωραίο κατακτητή όπως απαγορεύει στο παιδί του να πιάνει αιχμηρά και σκουριασμένα αντικείμενα. Δεν επαναπαύεται στην περίοδο της ανεξιθρησκείας. Δεν την εκλαμβάνει ως περίοδο χάρητος αλλά ευκαιρία να ανακαταλάβει χωρίς αίμα όσα περισσότερα από τα κλεμμένα πνευματικά προϊόντα, και να απελευθερώσει εγκλωβισμένες ψυχές από την χριστιανική πλάνη. Δίνει ιδεολογικό αγώνα στην ευρύτερη κοινωνία προτείνων πολιτικές και κοινωνικές λύσεις που εκφράζει η Ελληνική Κοσμοαντίληψη. Ο Έλλην στο θρήσκευμα δεν γίνεται υποτελής στη περίοδο μονοθεϊστικής τυραννίας. Χύνει αίμα για την απεξάρτηση από τον ζυγό ή φεύγει όταν οι συνθήκες είναι εις βάρος του για να ανασυνταχθεί και να επιστρέψει για μια νικηφόρο έκβαση. Διδασκόμενος από το παρελθόν προστατεύει τους Ιερείς και τα τυπικά επικοινωνίας με τους Θεούς από ολοκληρωτική καταστροφή, με κάθε κόστος. Ο Έλλην πιστός στο δόγμα της μετενσαρκώσεως αγωνίζεται για ένα δίκαιο κόσμο, όχι μόνο για τις επερχόμενες γενεές αλλά και για τις επόμενες ενσαρκώσεις. Για τον Έλληνα θρησκευτή τρεις δίκαιοι βίοι σημαίνουν Ηρωϊκό Καταστερισμό όπως αναγράφεται στις Ιερές Βίβλους του Ορφέως. Ο Έλλην στο θρήσκευμα πολεμά για το αδικοχαμένο αίμα εκατομμυρίων Ελλήνων Εθνομαρτύρων που βρίσκονται στα Ηλύσια Πεδία για την ηρωική εμμονή τους στην Πατρώα Πίστη, αλλά και για τον καθαρμό της Ελληνικής γης από το χριστιανικό μίασμα, το συσσωρευμένο άδικο που φέρνει συνεχώς εθνική δυστυχία. Πολεμώντας υπέρ των δολοφονημένων Προγόνων πολεμά για το ιδεώδες που έπεσαν άοπλοι και βασανισμένοι, για την τραγωδία να είσαι ζωντανός και να νοιώθεις νεκρός συνάμα. Οι τρικλοποδιές των ψευτοδιλημμάτων διώκονται μετά βδελυγμίας από τους Έλληνες. Τέτοιες όπως «η μάχη κατά του χριστιανού θα μας κάνει σαν και αυτόν» απαντώνται χλευαστικά με το παράδειγμα του σκουπιδιάρη, που αναγκαστικά λερώνεται για να καθαρίσει το μέρος, και η ζωή με τα σκουπίδια είναι νοσηρή, και αν όλοι βοηθήσουν περισσότερο τότε όλοι θα λερωθούν λιγώτερο. Προτείνοντας τα θρησκευτικά πολιτεύματα του κοινού καλού και της κοινωνικής ωφέλειας, της ιερότητος της Φύσεως, δεν κομματιάζεται σε διαφωνίες για το επιθυμητό πολίτευμα πριν την λύση του ναζωραϊκού προβλήματος. Οι Έλληνες θρησκευτές δεν έχουν σταθερούς συμμάχους στον δίκαιο αγώνα, μόνο σταθερούς σκοπούς και συμφέροντα που οι θρησκευτικές Αρχές και Αξίες καθορίζουν. Η θέση τους είναι μέσα στην κοινωνία, ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, νέους και γέρους, άνδρες και γυναίκες. Βρίσκονται ανάμεσα σε εργάτες και λογίους, σε αγρότες και ακαδημαϊκούς, σε στρατιώτες και υπαλλήλους. Οι Έλληνες στο θρήσκευμα απαρτίζουν μια μάχιμη ευέλικτη φάλαγγα, μια πολεμική μηχανή απείρως πιο εύστροφη από την ναζωραϊκή, απείρως πιο πανούργα, απείρως πιο ισχυρή με την αρωγή της Θεάς Ανάγκης και των Παντοδυνάμων Θεών. Αυτή η μηχανή ιδεολογικού πολέμου επαναφέρει το πλανεμένο θρησκευτικό ένστικτο των φρουρών του χριστιανισμού στην προγονική ατραπό, στερώντας καθημερινώς από τον κατακτητή τους οπαδούς του. Δεν στοχεύει στην περιφέρεια, δηλαδή στους άθεους αποστάτες αλλά στην καρδιά, στους πιστούς της ναζωραϊκής πλάνης. Ένα αισιόδοξο πνευματικό οπλοστάσιο αναδιατάσσει τις συνειρμικές διατάξεις επαναφέροντας την έλλογη κρίση. Ένα αναλυτικό ιδεολογικό νυστέρι ακονίζεται καθημερινώς για να αφαιρέσει τα ψυχικά κατάλοιπα, τα συναισθηματικά αποστήματα, αποκαθιστώντας την χαμένη ζωική ορμή. Μια διαρκής Θεϊκή Τιμωρία αποκαλύπτεται στους παραβάτες των Ιερών Νόμων και της Τάξεως, και οι υβριστές προειδοποιούνται για τις Βουλές της Νεμέσεως. Με μαθηματική λογικότητα συμπληρώνεται το πινάκιο με τα χαμένα κομμάτια, αποκαθιστώνται οι έννοιες, θεραπεύοντας την κατακερματισμένη σκέψη. Για τους Έλληνες δεν υφίσταται αντιπαλότητα θρησκείας και επιστήμης αφού η Ιερά Παράδοση απαρτίζεται και συνέχεται ερωτικά από τα δυο αυτά μέρη. Δεν υφίσταται διάκριση λογικής και θρησκευτικού συναισθήματος αφού η πολυαρχική αντίληψη και η λατρευτική μίμηση των Κοσμικών Νόμων και Θείων Έργων παράγει λογικότητα. Για τους Έλληνες οι Θεοί και οι Θεές όλων των προχριστιανικών ευρωπαϊκών εθνών είναι έφοροι της Κοσμικής Τάξεως και του Νόμου της Ανάγκης. Οι Έλληνες αγαπούν την οργάνωση και την Ιεραρχία των Ελλήνων αδερφών. Δεν αποδέχονται αυτόκλητους Ιερείς και θεολόγους που εν μέσω χριστιανικού ζόφου προσβάλλουν την Ελληνική Θρησκεία. Δεν αποδέχονται ελληνότροπους συλλόγους ως συμμάχους που εν απουσία ιδεολογικού στίγματος λειτουργούν ως λέσχες αναψυχής και εναλλακτικά καφενεία. Οι Έλληνες στο θρήσκευμα εργάζονται για την εύρεση μέσων και διαύλων επικοινωνίας για το άνοιγμα στην ευρύτερη κοινωνία. Εργάζονται για την εύρεση πόρων για την ίδρυση Θεολογικής Σχολής όπου δια μέσω εκπαιδεύσεως και αγώνων σώματος και πνεύματος θα αναδειχθούν οι θρησκευτικοί ηγέτες. Δεκάδες χιλιάδες συντάσσονται ετησίως στις τάξεις της Πατρώας Θρησκείας ανάλογα με την αξία, την ικανότητα και την ζωτικότητα που επιδεικνύουν. Το εξελικτικό άλμα μόλις άρχισε. Η επανάσταση είναι διαρκής. Ο σκοπός Δίκαιος. Ο Αγώνας Ιερός και ανένδοτος. Μέχρις εσχάτων θα πολεμήσουμε. Θα πέσουμε ή θα νικήσουμε. Η εξουσία των μονοθεϊσμού θα καταργηθεί και η Ελευθερία των Θεών θα έλθει και σε αυτήν την Γή!
Δέξιππος 1η Μεσούντος μηνός Μεταγειτνιώνος, έτους 2781 μετά πρώτην Ολυμπιάδα
|
|||||
|